- κουλουβάχατα
- altüst, karmakarışık
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
κουλουβάχατα — επίρρ. άνω κάτω, φύρδην μίγδην. [ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. kullu wahad «όλα ένα». Η λ. διαδόθηκε από τον τίτλο πολ. φυλλαδίου τού Θ. Κολοκοτρώνη (Φαλέζ): Η Κουλουβάχατα ήαι φύρδην μίγδην σημεριναί ιδέαι] … Dictionary of Greek
κουλουβάχατα — επίρρ. (λ. αραβ.), άνω κάτω … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Κλιζ, Τζον — (John Cleese, Αγγλία 1939 –). Βρετανός ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός. Πραγματοποίησε νομικές σπουδές στο κολέγιο του Κέιμπριτζ, αλλά ποτέ δεν εξάσκησε το δικηγορικό επάγγελμα. Συνάντησε την Κόνι Μπουθ (την οποία παντρεύτηκε αργότερα) και… … Dictionary of Greek